• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fig leaf,
plural: fig leaves
n
(leaf of a fig tree)φύλλο συκιάς φρ ως ουσ θηλ
  (επίσημο)φύλο συκής φρ ως ουσ θηλ
 A real fig leaf would be too itchy to wear.
fig leaf n figurative ([sth] that covers [sth] shameful)προσπάθεια απόκρυψης φρ ως ουσ θηλ
  προσπάθεια συγκάλυψης φρ ως ουσ θηλ
  (μεταφορικά)φύλλο συκής φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fig leaf στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fig leaf».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!